Παρασκευή 26 Ιουνίου 2009

Ρε συ Μήτσο...

Σκηνή στην εσοχή εισόδου κλειστού μαγαζιού στη Σταδίου τη νύχτα. Δυο άστεγοι κοιμούνται στις απέναντι άκρες του διαδρόμου πάνω σε χαρτόκουτες. Κάποιος άλλος άστεγος μπαίνει στο χώρο ταλαιπωρημένος σαν μισομεθυσμένος και πάει πρώτα πάνω στον εξ' αριστερών που κοιμάται με μέτωπο προς τον τοίχο:

-Ρε συνάδελφε, μήπως είδες το Χριστοφοράκο μου;
-Άσε ρε μάστορα να κοιμηθούμε νυχτιάτικα...
-Συγγνώμη για το ακατάλληλο της ώρας αλλά είναι σοβαρό συνάδελφε. Μια βοήθεια ζητάω. Δεν είμαι κλέφτης, δεν είμαι πρεζάκιας και δεν σας απειλώ. Συνάδελφος είμαι. Κοιμάμαι στη Ρηγίλλης και έφτασα μέχρι την Ιπποκράτους και τη Χαριλάου Τρικούπη ψάχνοντας. Για μένα ήτανε πολλά. Έχω χάσει τον ύπνο μου από τότε που έφυγε.
-Για ποιο Χριστοφοράκο ρε μας ξυπνάς τέτοια ώρα;
-Συμπάθησέ με συνάδελφε. Για το σκύλο μου το Χριστόφορο μιλάω. Ήτανε γερμανικός σκύλος.
-Ποιο σκύλο σου ρε;
-Το Χριστοφοράκο μου το μικρό, που μου 'φερνε ότι του ζητούσα...
-Άσε ρε μάστορα να κοιμηθούμε ...
-Ρε συ για μένα ο Χριστοφοράκος ήτανε πολλά... Ήτανε θα έλεγα το παν, αν δεν θα έδειχνα υπερβολικός. Μ' αυτόνε κοιμόμουνα, μ' αυτόνε ξυπνούσα.
-Πιστός;
-Και υπάκουος. Τους βοηθούσε όλους εκεί στην περιοχή και τον αγαπούσανε.
-Γερμανικός είπες;
-Γερμανικός.
-Δε ξέρω, αλλά αν είναι σαν τα χέλια τα σκυλιά, μπορεί να έχει πάει στη Γερμανία.
-Τα χέλια πάνε στη Γερμανία;
-Όχι ρε.
-Τι είναι τα χέλια τότε, υπονοούμενο;
-Όχι ρε. Τα χέλια άμα θέλουνε να γεννήσουν την κάνουν στη θάλασσα των Σαργασών δια τα περαιτέρω... Για να το γλεντήσουνε! Δεν ξέρω, τόπιασες;
-Εσύ δηλαδή δεν ξέρεις τίποτα;
-Εγώ όχι. Για ρώτα ρε και το Μήτσο.

[Ο ξάπλα αλλάζει πλευρό και κοιμάται και ο όρθιος πηγαίνει στον άλλον]
-Συνάδελφε..., συνάδελφε...
-Χμμμμμ...
-Συνάδελφε εγώ είμαι, ο συνάδελφος.

[Μέσα από τον ύπνο του, χωρίς να γυρίσει]
-Μην ακούς τα παπαγαλάκια! Μην ακούς τα παπαγαλάκια!
-Συνάδελφε, ο Νώντας από τη Ρηγίλλης είμαι, πια παπαγαλάκια;
-Χμμμ...
Νώντας...
-Μην ακους τα παπαγαλάκια...
[τον χτυπάει στην πλάτη για να ξυπνήσει λέγοντας]
-Το Χριστοφοράκο μου ψάχνω συνάδελφε...

[Ο Μήτσος σηκώνεται καθιστός στη χαρτόκουτα που κοιμόταν και λέει]

-Κωλόπουλα...
-Μήπως συνάδελφε σου πήρε το μάτι ...
-Μου γίνατε εφιάλτης...
-Το Χριστοφοράκο μου;
-Ρε συ Βαγγέλη... [απευθύνεται στον άλλον απέναντι που κοιμάται]
-Έλα ρε Μήτσο [χωρίς να γυρίσει]
-Το Χριστοφοράκο μου ρε παιδιά ψάχνω...
Μήτσος: Τι είναι οι παπαγάλοι;
Βαγγέλης: Πουλιά.
Μήτσος: Πολλοί παπαγάλοι.
Βαγγέλης: Πολλά πουλιά.
Νώντας: Μια βοήθεια, ρε παιδιά.
Μήτσος: Τον άφησες και στην έκανε και τώρα τον ψάχνεις.
Νώντας: Έκανε πολλά για μένανε αυτό το σκυλί...
Μήτσος: Ας πρόσεχες φίλε μου. Έχεις κάνα τσιγάρο να το αφιερώσουμε στο Χριστοφοράκο σου;
Νώντας: Θα πρέπει συνάδελφε να κοιτάμε την υγεία μας και να προσέχουμε. Η υγεία πάνω απ' όλα. Δεν καπνίζω και δεν πίνω για να ζήσω πολλά χρόνια.
Μήτσος: Θα περνάς καλά εε; Άστεγος είπες;
Νώντας: Κι εγώ, όπως κι εσείς.
Μήτσος: Πολλά χρόνια είπες... Καλό αυτό!... Χα,χα!
Νώντας: Ξέρεις πόσα χρόνια χάνεις με το τσιγάρο;
Μήτσος: Πόσα;
Νώντας: Πολλά!
Μήτσος: Ρε Βάγγο, τι είναι ρε τα παπαγαλάκια;
Βαγγέλης: Σου είπα ρε, πουλιά!
Μήτσος: Στο όνειρο, ρε...
Νώντας: Γούρι. Μήπως είδες και τον ...
Βαγγέλης: Τι γούρι ρε, μούφα είναι.
Νώντας: Είναι αυτά που μιλάνε;
Μήτσος: Τα ξεφτιλισμένα πουλιά: φόροι, σπόροι, παπόρι, δικηγόροι, αεροπόροι... με τρελάνανε. Φόροι!
Βαγγέλης: Το ξαναείπες αυτό!
Μήτσος: Σωστά.
Βαγγέλης: Τώρα που είπες φόροι ρε το θυμήθηκα. Να φύγουμε ρε αποδώ να μη μας βρίσκουνε. Αύριο να πάμε στη στοά στη Σοφοκλέους.
Μήτσος: Που ρε στο ναό;
Βαγγέλης: Ποιο ναό ρε;
Μήτσος: Στο Χρηματιστήριο.
Βαγγέλης: Έχω κακό προαίσθημα με τους φόρους. Να αλλάξουμε στέκι να μη μας βρίσκουνε, ρε.
Μήτσος: Σωστός! Έχει και καλό κλίμα εκεί. Ο αέρας μυρίζει χρήμα ... Αποκτά και νόημα η ζωή σου. Θα πέσει; Θα κινηθεί ανοδικά;
Βαγγέλης: Ποιος ρε; Αυτός είναι πλέον μόνο για κατούρημα...
Μήτσος: Ο δείκτης συναλλαγών ρε, του ναού!
Βαγγέλης: Και δε μου λες ρε συ, οι παπαγάλοι πολύχρωμοι ήτανε ή είχανε μόνο ένα χρώμα;
Μήτσος: Το ίδιο χρώμα ήτανε οι πούστηδες.
Νώντας: Τι χρώμα;
Βαγγέλης: Γιατί έχει σημασία το χρώμα.
Μήτσος: Βαστάτε ρε παιδιά... Έλα μυαλό στον τόπο σου. Η αλήθεια είναι ότι το ήπια το Κουρτάκη όλο... Έλα βρε πούστη...
Βαγγέλης: Τι έπαθες ρε; Reset έκανε ρε; Τόκαψε το τσιπάκι;
Μήτσος: Ρε παιδιά με έπιασε αυτό που με πιάνει στην κάλπη. Τα ξέχασα όλα.
Βαγγέλης: Συγκεντρώσου ρε.
Μήτσος: Μπλε ήτανε, πράσινοι ήτανε, κόκκινοι;... Έλα βρε πούστη [χτυπάει το κεφάλι του]
Νώντας: Μάλλον δε θα ξέρετε...
Μήτσος: Όχι ρε φίλε τόπαμε!

[Φεύγοντας ακούγεται]
Νώντας: Μέχρι τη Γερμανία θα φτάσω αν χρειαστεί, τέτοιο σκυλί. Στο face book θα το βάλω...

[Ο Μήτσος κρατάει στα χέρια του μισό μπουκάλι κρασί και καθιστός το σηκώνει και πίνει]

Μήτσος: Εμένανε ρε τα παπαγαλάκια... Σε ποιον; Εμένανε;... Φόροι, εωσφόροι, σκατάδες... Να μη δω ρε μια μέρα το τελευταίο θεώρημα του Φερμά...
Βαγγέλης: Ηρέμησε ρε, εφιάλτης θα ήτανε.
Μήτσος: Την εικασία του Γκόλντμπαχ... Όλο άχρηστα πράματα βλέπω σ' αυτό το περιβάλλον που ζούμε.
Βαγγέλης: Θα σ' ακούσει ο Φρόιντ και θα σου κάνει πρόταση συνεργασίας μ' αυτά που βλέπεις ρε, ηρέμησε.
Μήτσος: Έχω σταμπάρει ρε Βάγγο κάτι ωραία πλαστικά με φουσκίτσες απ' αυτά που βάζουνε για να φέρονται τρυφερά στα μηχανήματα, στον ΟΤΕ στην Αθηνάς.
Βαγγέλης: Που είπες, στον ΟΤΕ;
Μήτσος: Ναι ρε, πάμε αύριο να πάρουμε να κοιμόμαστε κι εμείς σαν άνθρωποι... Από τότε που κοιμάμαι σ' αυτό το κουτί από ψυγείο όλο εφιάλτες βλέπω...
Βαγγέλης: Άστα ρε και κοιμίσου. Αφού είσαι μαλάκας και ακούς τα παπαγαλάκια... κοιμίσου ρε να κοιμηθούμε κι εμείς!
Μήτσος: Πώς να κοιμηθώ ρε, στο κεφάλι μου γυρίζουνε ακόμα τα πούστικα πουλιά! Πώς να κοιμηθώ;...

Δεν υπάρχουν σχόλια: