του Γιάννη Κωνσταντινίδη
Tουλάχιστον, στις μέρες μας, φαίνεται να είναι κάπως πιο βατό το θεμελιώδες δίλημμα μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού σχολείου. Κι αυτό γιατί οι περισσότεροι απαξιώνουν οριστικά το δημόσιο σχολείο.
Οι πληγές του δημοσίου κατά κοινή ομολογία (εκπαιδευτικών και γονέων) το επίπεδο των δημόσιων σχολείων έχει πέσει δραματικά. Και γι’ αυτό δεν ευθύνεται μόνο η εποχή πνευματικής παρακμής που ζούμε, αλλά επίσης, οι χαμένες ώρες διδασκαλίας. Στα γυμνάσια και στα λύκεια, αν τα παιδιά κάνουν π.χ. μια συνέλευση, η ώρα μαθήματος χάνεται οριστικά. Το ίδιο συμβαίνει και στις περιπτώσεις που λείψει κάποιος καθηγητής με άδεια. Οι μόνες ώρες που επιβάλλεται να αναπληρώνονται είναι εκείνες των σχολικών καταλήψεων. Αλλά και πάλι, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί το «έθιμο» των ετήσιων καταλήψεων, η διάρκειά τους μπορεί να φτάσει ακόμα και τις 4 εβδομάδες. Οι περικοπές εκδρομών και λοιπών δραστηριοτήτων, καθώς και η επιμήκυνση του διδακτικού έτους, συνήθως δεν αρκούν. Eτσι, -και επί του πρακτέου-, η αναπλήρωση αυτών των ωρών είναι μόνο θεωρητική. Αυτό σημαίνει ότι σε σχέση με τα παιδιά που πηγαίνουν σε ιδιωτικό σχολείο και δεν χάνουν ούτε διδακτικό πεντάλεπτο, εκείνα που φοιτούν σε δημόσιο εξαναγκάζονται να καλύψουν την διδακτέα ύλη στα φροντιστήρια. Αυτό είναι πια κάτι τόσο κλισέ, που οι γονείς τους δεν είναι απλά συμβιβασμένοι, αλλά ανακουφισμένοι με την «παρα-λογική» ότι το φροντιστήριο θα κάνει τη δουλειά που δεν καταφέρνει να κάνει το σχολείο. Αντίστοιχα ένα παιδί μπορεί να χάνει διδακτικές ώρες, επειδή κάνει κοπάνες, επί ένα μήνα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο καθηγητής οφείλει κανονικά να ειδοποιήσει το σπίτι του. Αλλά αυτό θα συμβεί μόνον αν το θέλει ο ίδιος. Κανείς δεν θα τον ελέγξει αν έκανε το χρέος του, ή όχι. Είναι ένα ζήτημα που - στην πράξη- αφήνεται ολοκληρωτικά στη «διακριτική ευχέρεια» του καθηγητή. Oπως επίσης επαφίεται σ’ αυτήν και το τι θα κάνει μέσα στην τάξη. Ο έλεγχος του διδακτικού του έργου είναι μόνο θεωρητικός. Tο σύστημα έχει «ανατεθεί» στο φημισμένο ελληνικό φιλότιμο και χάρη σ’ αυτό λειτουργεί ό,τι και όσο λειτουργεί. Μετανάστες στα θρανία κατά κανόνα, ο Eλληνας γονιός που στέλνει το παιδί του σε δημόσιο σχολείο ζει υπό το κράτος ενός αόριστου και διάχυτου τρόμου, ότι το «καλό» του θα πάθει κάτι από τη συναναστροφή του με τα παιδιά των μεταναστών. Αυτό δεν είναι ακριβώς ρατσισμός, αλλά μια απλοϊκότερη μορφή κουταμάρας, που έχει ωθήσει πολύ κόσμο να μετακινήσει τα παιδιά του σε ιδιωτικά σχολεία (και εξαιτίας του υψηλού τους κόστους να υποβιβάσει το βιοτικό επίπεδο της οικογένειας σ’ εκείνο του μέσου μετανάστη). Ο τρόμος αυτός είναι εντελώς αδικαιολόγητος δεδομένου ότι τα παιδιά των μεταναστών που ξεκίνησαν να πηγαίνουν σε ελληνικό σχολείο από την πρώτη δημοτικού, δεν έχουν καμία διαφορά από τους Eλληνες συμμαθητές τους, σε ότι αφορά την προφορά τους στα ελληνικά, το γνωσιακό υπόβαθρο και τη συμπεριφορά.Στην πραγματικότητα εκείνος που έχει λόγους να ανησυχεί είναι ο μετανάστης και ειδικότερα ο νεοαφιχθείς. Τα λεγόμενα διαπολιτισμικά σχολεία είναι ελάχιστα για να καλύψουν τις ανάγκες (μόνο 13 Δημοτικά, 9 Γυμνάσια και 4 Λύκεια). Eτσι είναι συχνό φαινόμενο, μαθητές, π.χ. με δύο μόνο μήνες στην Ελλάδα, να κάνουν μαθήματα της Β’ Γυμνασίου χωρίς να ξέρουν γρι ελληνικά. Το σύστημα του δημόσιου σχολείου αδυνατεί να τους αφομοιώσει, γιατί είναι αναχρονιστικό, άκαμπτο και «βραδείας ανάφλεξης», μπροστά στις κοινωνικές αλλαγές που συμβαίνουν στον τόπο μας.Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται παρ’ όλ’ αυτά, το ΥΠΕΠΘ έχει κάνει διάφορα βήματα στην κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού του προγράμματος σπουδών και της διάρθρωσης όλων των βαθμίδων της δημόσιας εκπαίδευσης. Για παράδειγμα, στα δημόσια σχολεία, η εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας αρχίζει πια από τη Δ’ Δημοτικού, ενώ οι μαθητές των Γυμνασίων μπορούν να επιλέξουν να διδαχθούν και μια δεύτερη ξένη γλώσσα (γαλλικά ή γερμανικά). Δηλαδή, θεωρητικά, το δημόσιο σχολείο σε μαθαίνει δύο ξένες γλώσσες και δεν χρειάζεται να καταφεύγεις σε ιδιωτικό φροντιστήριο ξένων γλωσσών.Τα μουσικά σχολεία φιλοξενούν μαθητές, για τους οποίους το υπουργείο έχει διαγνώσει κάποια ιδιαίτερη δεξιότητα σε ό,τι περιστρέφεται γύρω από τη μουσική παιδεία. Αντίστοιχα τα αθλητικά σχολεία επιλέγουν μαθητές που φιλοδοξούν επιδόσεις στα σπορ. Επίσης, υπάρχουν αρκετά σχολεία Ειδικής Αγωγής, για παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Μπορεί δηλαδή, να νιώθει κανείς ευχαριστημένος σήμερα, αφού την τελευταία δωδεκαετία το ΥΠΕΠΘ παρέχει αυτό που στην Ευρώπη θεωρείται αυτονόητο.Ο πιο ενδιαφέρον «νέος» θεσμός στη βασική εκπαίδευση ήταν τα Ολοήμερα Δημοτικά και Νηπιαγωγεία, όπου τα παιδάκια μένουν στο σχολείο από τις 07:45 μέχρι τις 16:00 περίπου, και προωθούν τη δημιουργική απασχόληση ή βάζουν τα παιδιά να διαβάζουν τα μαθήματά τους στο σχολείο. Επίσης, οι μαθητές τρώνε εκεί το μεσημεριανό που έχουν φέρει από το σπίτι (δεδομένου ότι δεν υπάρχουν υποδομές εστίασης).
Tουλάχιστον, στις μέρες μας, φαίνεται να είναι κάπως πιο βατό το θεμελιώδες δίλημμα μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού σχολείου. Κι αυτό γιατί οι περισσότεροι απαξιώνουν οριστικά το δημόσιο σχολείο.
Οι πληγές του δημοσίου κατά κοινή ομολογία (εκπαιδευτικών και γονέων) το επίπεδο των δημόσιων σχολείων έχει πέσει δραματικά. Και γι’ αυτό δεν ευθύνεται μόνο η εποχή πνευματικής παρακμής που ζούμε, αλλά επίσης, οι χαμένες ώρες διδασκαλίας. Στα γυμνάσια και στα λύκεια, αν τα παιδιά κάνουν π.χ. μια συνέλευση, η ώρα μαθήματος χάνεται οριστικά. Το ίδιο συμβαίνει και στις περιπτώσεις που λείψει κάποιος καθηγητής με άδεια. Οι μόνες ώρες που επιβάλλεται να αναπληρώνονται είναι εκείνες των σχολικών καταλήψεων. Αλλά και πάλι, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί το «έθιμο» των ετήσιων καταλήψεων, η διάρκειά τους μπορεί να φτάσει ακόμα και τις 4 εβδομάδες. Οι περικοπές εκδρομών και λοιπών δραστηριοτήτων, καθώς και η επιμήκυνση του διδακτικού έτους, συνήθως δεν αρκούν. Eτσι, -και επί του πρακτέου-, η αναπλήρωση αυτών των ωρών είναι μόνο θεωρητική. Αυτό σημαίνει ότι σε σχέση με τα παιδιά που πηγαίνουν σε ιδιωτικό σχολείο και δεν χάνουν ούτε διδακτικό πεντάλεπτο, εκείνα που φοιτούν σε δημόσιο εξαναγκάζονται να καλύψουν την διδακτέα ύλη στα φροντιστήρια. Αυτό είναι πια κάτι τόσο κλισέ, που οι γονείς τους δεν είναι απλά συμβιβασμένοι, αλλά ανακουφισμένοι με την «παρα-λογική» ότι το φροντιστήριο θα κάνει τη δουλειά που δεν καταφέρνει να κάνει το σχολείο. Αντίστοιχα ένα παιδί μπορεί να χάνει διδακτικές ώρες, επειδή κάνει κοπάνες, επί ένα μήνα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο καθηγητής οφείλει κανονικά να ειδοποιήσει το σπίτι του. Αλλά αυτό θα συμβεί μόνον αν το θέλει ο ίδιος. Κανείς δεν θα τον ελέγξει αν έκανε το χρέος του, ή όχι. Είναι ένα ζήτημα που - στην πράξη- αφήνεται ολοκληρωτικά στη «διακριτική ευχέρεια» του καθηγητή. Oπως επίσης επαφίεται σ’ αυτήν και το τι θα κάνει μέσα στην τάξη. Ο έλεγχος του διδακτικού του έργου είναι μόνο θεωρητικός. Tο σύστημα έχει «ανατεθεί» στο φημισμένο ελληνικό φιλότιμο και χάρη σ’ αυτό λειτουργεί ό,τι και όσο λειτουργεί. Μετανάστες στα θρανία κατά κανόνα, ο Eλληνας γονιός που στέλνει το παιδί του σε δημόσιο σχολείο ζει υπό το κράτος ενός αόριστου και διάχυτου τρόμου, ότι το «καλό» του θα πάθει κάτι από τη συναναστροφή του με τα παιδιά των μεταναστών. Αυτό δεν είναι ακριβώς ρατσισμός, αλλά μια απλοϊκότερη μορφή κουταμάρας, που έχει ωθήσει πολύ κόσμο να μετακινήσει τα παιδιά του σε ιδιωτικά σχολεία (και εξαιτίας του υψηλού τους κόστους να υποβιβάσει το βιοτικό επίπεδο της οικογένειας σ’ εκείνο του μέσου μετανάστη). Ο τρόμος αυτός είναι εντελώς αδικαιολόγητος δεδομένου ότι τα παιδιά των μεταναστών που ξεκίνησαν να πηγαίνουν σε ελληνικό σχολείο από την πρώτη δημοτικού, δεν έχουν καμία διαφορά από τους Eλληνες συμμαθητές τους, σε ότι αφορά την προφορά τους στα ελληνικά, το γνωσιακό υπόβαθρο και τη συμπεριφορά.Στην πραγματικότητα εκείνος που έχει λόγους να ανησυχεί είναι ο μετανάστης και ειδικότερα ο νεοαφιχθείς. Τα λεγόμενα διαπολιτισμικά σχολεία είναι ελάχιστα για να καλύψουν τις ανάγκες (μόνο 13 Δημοτικά, 9 Γυμνάσια και 4 Λύκεια). Eτσι είναι συχνό φαινόμενο, μαθητές, π.χ. με δύο μόνο μήνες στην Ελλάδα, να κάνουν μαθήματα της Β’ Γυμνασίου χωρίς να ξέρουν γρι ελληνικά. Το σύστημα του δημόσιου σχολείου αδυνατεί να τους αφομοιώσει, γιατί είναι αναχρονιστικό, άκαμπτο και «βραδείας ανάφλεξης», μπροστά στις κοινωνικές αλλαγές που συμβαίνουν στον τόπο μας.Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται παρ’ όλ’ αυτά, το ΥΠΕΠΘ έχει κάνει διάφορα βήματα στην κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού του προγράμματος σπουδών και της διάρθρωσης όλων των βαθμίδων της δημόσιας εκπαίδευσης. Για παράδειγμα, στα δημόσια σχολεία, η εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας αρχίζει πια από τη Δ’ Δημοτικού, ενώ οι μαθητές των Γυμνασίων μπορούν να επιλέξουν να διδαχθούν και μια δεύτερη ξένη γλώσσα (γαλλικά ή γερμανικά). Δηλαδή, θεωρητικά, το δημόσιο σχολείο σε μαθαίνει δύο ξένες γλώσσες και δεν χρειάζεται να καταφεύγεις σε ιδιωτικό φροντιστήριο ξένων γλωσσών.Τα μουσικά σχολεία φιλοξενούν μαθητές, για τους οποίους το υπουργείο έχει διαγνώσει κάποια ιδιαίτερη δεξιότητα σε ό,τι περιστρέφεται γύρω από τη μουσική παιδεία. Αντίστοιχα τα αθλητικά σχολεία επιλέγουν μαθητές που φιλοδοξούν επιδόσεις στα σπορ. Επίσης, υπάρχουν αρκετά σχολεία Ειδικής Αγωγής, για παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Μπορεί δηλαδή, να νιώθει κανείς ευχαριστημένος σήμερα, αφού την τελευταία δωδεκαετία το ΥΠΕΠΘ παρέχει αυτό που στην Ευρώπη θεωρείται αυτονόητο.Ο πιο ενδιαφέρον «νέος» θεσμός στη βασική εκπαίδευση ήταν τα Ολοήμερα Δημοτικά και Νηπιαγωγεία, όπου τα παιδάκια μένουν στο σχολείο από τις 07:45 μέχρι τις 16:00 περίπου, και προωθούν τη δημιουργική απασχόληση ή βάζουν τα παιδιά να διαβάζουν τα μαθήματά τους στο σχολείο. Επίσης, οι μαθητές τρώνε εκεί το μεσημεριανό που έχουν φέρει από το σπίτι (δεδομένου ότι δεν υπάρχουν υποδομές εστίασης).
Αλλος ενδιαφέρον θεσμός είναι τα Πειραματικά Γυμνάσια και Λύκεια. Σ’ αυτά εντάχθηκαν αρχικά τα λεγόμενα πρότυπα (Ανάβρυτα, Ιωνίδειος, Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης κ.ά.) καθώς και μερικά κατά παράδοση καλά σχολεία (όπως π.χ. το Α’ Γυμνάσιο και Λύκειο της Πλάκας). Αργότερα δημιουργήθηκαν κι άλλα. Εξακολουθούν όμως να είναι λίγα (μόλις 18 στη χώρα τη στιγμή που τα Γενικά υπερβαίνουν τα 1.000). Θεωρητικά (αλλά και πρακτικά ως ένα μεγάλο βαθμό), στα πειραματικά σχολεία τρέχουν εβδομαδιαία «εξωσχολικά προγράμματα» που προωθούν τον αθλητισμό, τη λογοτεχνία, τα μαθηματικά κ.ά. και ο μαθητής τα επιλέγει ανάλογα με τη διάθεση και το ενδιαφέρον του. Αλλο βασικό χαρακτηριστικό των πειραματικών σχολείων είναι το υψηλό επίπεδο των καθηγητών, οι οποίοι διαθέτουν τουλάχιστον μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών. Οι μαθητές εγγράφονται στα πειραματικά κατόπιν κλήρωσης. Εν κατακλείδι, και σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα και την ποιότητα εκπαίδευσης, τα δημόσια Πειραματικά σχολεία υπόσχονται ό,τι πλησιέστερο σε αυτό που προσφέρουν τα ευρέως αναγνωρισμένα ως καλά ιδιωτικά σχολεία. Εναλλακτικά συστήματα στο εξωτερικό, έχουν εμφανιστεί εδώ και καιρό διάφορες εναλλακτικές προτά σεις για το σχολείο. Ενα παράδειγμα είναι το αμερικανικό co-op school.Το σύστημα αυτό βασίζεται σε κοινοπραξίες γονέων που παίρνουν ενεργά μέρος στη διδασκαλία και τις λειτουργικές δραστηριότητες του σχολείου. Οι γονείς αφιερώνουν στην εκπαίδευση των παιδιών τους ό,τι πολυτιμότερο διαθέτουν, δηλαδή χρόνο.Ενα άλλο σύστημα, που δεν διεκδικεί πια τον τίτλο της πρωτοπορίας, αλλά μπορεί να περηφανεύεται για ουσιαστικά αποτελέσματα, επειδή έχει δοκιμαστεί στο χρόνο, είναι το Μοντεσοριανό. Ο στόχος δεν είναι η ξερή εκμάθηση, αλλά η ανάπτυξη του παιδιού μέσα σε ένα περιβάλλον, από υλικά και βοηθήματα ειδικών προδιαγραφών, πάντα στη βιομετρική κλίμακα του παιδιού-, τα οποία παίζουν το ρόλο των «κλειδιών», χάρη στα οποία εκείνο αποκτά ορισμένες αρχές και βάσει αυτών αρχίζει τη δική του εξερεύνηση. Ο στόχος είναι το παιδί να βρει μια αρμονική λειτουργία μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον και να αναπτύξει μια αυτοπειθαρχία που θα το καθοδηγεί σε ό,τι κι αν κάνει. Ο ρόλος της δασκάλας είναι να συντηρεί το περιβάλλον, να φέρνει το παιδί σε επαφή με τις δραστηριότητες που του παρέχει το περιβάλλον και να παρατηρεί το πώς αυτό συμμετέχει σε αυτές. Η δουλειά μεταξύ δασκάλας και παιδιού γίνεται σε ατομικό επίπεδο, καθώς εκείνο κάνει ελεύθερα την επιλογή της δραστηριότητας στην οποία θα επιδοθεί. Η μοντεσοριανή αγωγή δεν είναι μόνο ένα σύστημα εκπαίδευσης, αλλά κυρίως ένας τρόπος προσέγγισης της ζωής. Γι’ αυτό και πρέπει να είναι κανείς πολύ προσεκτικός με τα σχολεία και τους παιδικούς σταθμούς που διαφημίζουν «μοντεσοριανό πρόγραμμα μία ώρα την ημέρα», σαν να πρόκειται για κάποιο μάθημα ζωγραφικής. Το σύστημα απαιτεί μοντεσοριανή αντιμετώπιση του παιδιού και στο σπίτι γι’ αυτό προτείνει σχολεία γονέων (ακόμα και γιαγιάδων). Οι πληγές του ιδιωτικού το ιδιωτικό σχολείο υπήρξε πάντα, αλλά πολύ περισσότερο είναι σήμερα, ένα σύμβολο status. Ο κόσμος διαγκωνίζεται «για μια θέση στον ήλιο» ενός καλού ιδιωτικού σχολείου, όχι τόσο επειδή το παιδί του θα αποκτήσει εκεί καλύτερη παιδεία, αλλά επειδή όλη η οικογένεια θα νιώσει τη χαρά και την υπερηφάνεια του «ήμουν κι εγώ εκεί». Και πραγματικά θα δώσει μάχη ο γονιός, χωρίς να υπολογίσει το κόστος, προκειμένου να ζήσει την ψευδαίσθηση ότι ανήκει σε μια άτυπη «ολιγαρχία». Αυτό οδήγησε στη μόδα της «κράτησης θέσεων» σε ορισμένα σχολεία, ήδη από την ημερομηνία γέννησης ενός παιδιού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τάσης είναι η «λιγούρα» για μια θέση στο Αμερικάνικο Κολέγιο, το οποίο είναι ένα από τα πιο περιζήτητα ιδιωτικά σχολεία της χώρας, αν όχι το πιο περιζήτητο. Η κατανομή των θέσεων γίνεται ως εξής: πρώτα γίνονται δεκτά τα παιδιά των αποφοίτων του κολεγίου. Στη συνέχεια, εκείνα που τυχαίνει να έχουν αδελφάκι σε κάποια μεγαλύτερη τάξη του σχολείου. Για τις θέσεις που περισσεύουν γίνεται κλήρωση. Υπάρχουν όμως και οι περιπτώσεις που περιγράφονται ως «policy cases», δηλαδή εκείνες που αντιμετωπίζονται κατ’ εξαίρεσιν από τη διοίκηση του σχολείου, και χάρη στις οποίες μερικά παιδιά γίνονται δεκτά, χωρίς κλήρωση. Οι περιπτώσεις αυτές αφορούν κυρίως σε δωρεές των γονέων προς το σχολείο. Το ποιος, πού, γιατί και κυρίως πόσο πλήρωσε δεν αναφέρονται πουθενά. Σε διάφορα πηγαδάκια γονέων κυκλοφορεί ότι το ύψος μιας τέτοιας δωρεάς μπορεί να φτάνει και τις 150.000 ευρώ (τον τελευταίο καιρό οι «policy cases» πληθαίνουν μπορεί να φτάνουν και τις 50 ετησίως).
Τα δημοφιλέστερα ιδιωτικά σχολείαΕλληνοαμερικανικόν Εκπαιδευτικόν Ιδρυμα http://www.haef.gr/. Η σπουδαία φήμη του σχολείου βασίζεται στην παράδοσή του και στο γεγονός ότι διατηρεί έναν υποστηρικτικό ρόλο προς τους μαθητές του στις μετέπειτα σπουδές και δουλειές τους.Σχολή Μωραΐτη http://www.moraitis-school.com/. Αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους εκπαιδευτικούς οργανισμούς της χώρας, με πάνω από 2.000 παιδιά και 240 δασκάλους και καθηγητές. Θεωρείται ένα από τα πιο φιλελεύθερα και καλά ιδιωτικά σχολεία. Χαρακτηριστικό του επιπέδου των συνεργατών της Σχολής Mωραΐτη είναι ότι πολλά από τα σημερινά ή πρώην στελέχη της κατέχουν εξέχουσες θέσεις στα γράμματα, τις τέχνες και τις επιστήμες. Lycee franco-hellenique Eugene Delacroix http://www.lfh.gr/. Είναι το σχολείο όπου φοιτούν οι Γάλλοι που διαμένουν στη Αθήνα. Εχει Γάλλο λυκειάρχη και λειτουργεί υπό την αιγίδα του Υπουργείου Εξωτερικών της Γαλλίας. Ενα κλου είναι η ενθάρρυνση της συνύπαρξης Ελλήνων και γάλλων μαθητών.Λεόντειο Λύκειο Νέας Σμύρνης http://www.leonteios.gr/ Διοικείται από την κοινότητα των Μαριανών Αδελφών, μοναχών εκπαιδευτικών και ανήκει στην Καθολική Εκκλησία. Λειτουργεί από το 1838 και ακολουθεί ένα κλασικό «καρτεσιανό» σύστημα εκπαίδευσης. Εκπαιδευτήρια Διονύσιος Σολωμός http://www.dsolomos.gr/ Μικρό, προοδευτικό σχολείο που δηλώνει ότι προσπαθεί να προσφέρει παιδεία και όχι μόνον εκπαίδευση. Εκπαιδευτήρια Δούκα http://www.doukas.gr/ Διαθέτει τμήματα International Baccalaureate και G.C.E., ενώ με τα χρόνια έκτισε μια παράδοση στην προετοιμασία των μαθητών, του κυρίως για σχολές Καλών Τεχνών και Αρχιτεκτονικής στην Αγγλία.Μοντεσοριανό Σπίτι Αλίμου Γρ. Αυξεντίου 14, Αλιμος, 210 9885838Μια Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία γονέων ιδρύει ένα πρότυπο μοντεσοριανό νηπιαγωγείο σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές της Association Montessori International. Πληροφορίες σχετικά με την εκπαίδευση ενηλίκων στο τηλ. 210 3314491.Μοντεσοριανή Σχολή Αθηνών Μαρία Γουδέλη Χατζοπούλου 2, Ν. Φιλοθέη, 210 6925100 Ιδρύθηκε το 1950 από την Μαρία Γουδέλη, η οποία υπήρξε μαθήτρια της ίδιας της Μαρίας Μοντεσόρι. Η μόνη που διαθέτει και δημοτικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου